Friday, December 24, 2021

Rob Halford - Celestial (2019)


 O Halford μας τραγουδάει τα κάλαντα κι ο Heddigan σας εύχεται καλά Χριστούγεννα κι ευτυχισμένο το 2022!

Tuesday, December 21, 2021

Slough of Despair - Catacombs of Terror (2020)


 Ελληνική doomdeath κυκλοφορία την οποία ανακάλυψα από το Forgotten Scroll που συμμετέχει ο Scrollkeeper, οπότε είπα να το τιμήσω. Σε format κασέτας γιατί τέτοιες μπουντρουμιές παίζουν καλύτερα στον φυσικό ήχο της ταινία


Ξεκινάει το Burial of Sanity και νοιώθεις πως είσαι σε dungeon του Daggerfall. Ειδικά όταν σκάει η πρώτη κιθάρα, βλέπεις το Necromancer και στο πρώτο ουρλιαχτό έχεις φορτώσει rage γιατί συνειδητοποιείς πως αν δεν μπεις σε overkill mode δεν θα βγεις ζωντανός από εκεί μέσα. Σφίξε μπράτσα, δώσε πόνο κι οργή γιατί ο κόσμος των Elder Scrolls δεν είναι για soft φλώρους.


Η αργόσυρτη βοθρομπουντρουμίλα συνεχίζεται και στο Diseace of Human Minds γιατί το dungeon είναι δαιδαλώδες (και πήχτρα στα glitches). Πώρωση, σκοτεινή rpgιδικη γκάβλα (ε τι, μόνο οι powerαδες?), χώνουν άγρια τιμώντας ένα άκρως υποτιμημένο μουσικό ιδίωμα.


Το Humanity's Crucifixion γαμεί και δέρνει, ειδικά στην ολοκλήρωσή του που μπαίνει η κιθαριστική doomια να αποτελειώσει ότι πλάσμα έχει το θράσος να είναι ακόμη ζωντανό.


Το καλύτερο (κατ' εμέ) κομμάτι του άλμπουμ είναι το Shattered Reality που έχει όλα εκείνα τα αγνά χαρακτηριστικά που αγαπούν όλοι οι fan του doomdeath. Όχι ότι τα υπόλοιπα κομμάτια δεν υπηρετούν τον ίδιο σκοπό αλλά το η Θρυματισμένη Πραγματικότητα γάμησε λίγο παραπάνω από τα υπόλοιπα. Ιδανικό κλείσιμο με το ομότιτλο να δηλώνει ξεκάθαρα


In the dark they shall fall, there is nothing to save them

Life shall suffer, Inside the Catacombs of Terror


Υπάρχει λόγος ότι μουσική που δημιουργεί κλειστοφοβική ατμόσφαιρα τρόμου είναι τόσο αγαπητή, παρόμοιοι λόγοι που κάποιος αγαπά να παίζει εξίσου κλειστοφοβικά dungeon crawler παιχνίδια τρόμου. Η ψυχαγωγική και καλλιτεχνική αναζήτηση που φλερτάρει με το αίσθημα επιβίωσης και κυριαρχίας είναι γλυκιά. Είναι το αποτύπωμα της ίδιας της ζωής που από τις πρώτες στιγμές της ύπαρξης έρχεται αντιμέτωπη με σκληρές πραγματικότητες και μόνιμη επαγρύπνηση. Για αυτό βάζω να παίζει Slough of Despair και ξεκινώ campaign Daggerfall.

Sunday, December 19, 2021

Dream Theater - Metropolis Pt. 2: Scenes from a Memory (1999)




 

Η αξία του καλύτερου άλμπουμ των Dream Theater είναι αδιαμφισβήτητη. Στο δεύτερο μέρος του Metropolis οι Theater έγραψαν την καλύτερη μουσική που έχουν στους αβυσσαλέους εγκεφάλους τους, έγραψαν το Home, το Fatal Tradegy, το The Spirit Carries On (με το πιο αισιόδοξο μήνυμα ever), το Strange Deja Vu, άφησαν καλλιτεχνική κληρονομιά ακόμη και για τα δισέγγονά τους.


Αυτό που αγνοούν πολλοί φαν είναι η ίδια η ιστορία μιας και το concept της είναι κάπως μπερδεμένο, οπότε θα αποπειραθώ να την εξιστορήσω σε λίγες γραμμές, εδώ στο ταπεινό μου blog.


Κεντρικός ήρωας είναι ο Nicholas, ένας βλαμμένος που έχει τα ψυχολογικά του και προσπαθεί να τα λύσει με τακτικές επισκέψεις σε υπνοθεραπευτή. Η ψυχική ασθενεια του Nicholas είναι εμφανής και μόνο από το γεγονός που χαλάει λεφτά σε υπνοθεραπεία. Καλύτερα να τα έτρωγε στις πουτάνες, εκεί να δεις υπνοθεραπεία. Όπως και να έχει, κατά τη διάρκεια της ύπνωσης, ανάμεσα στα ροχαλητά, έχει ονειρική όραση μίας κοπέλας, της Victoria. Το πρόσωπο αυτό του φέρνει μία οικειότητα που όπως θα αποκαλυφθεί αργότερα ο Nicholas είναι μετεμψύχωση της Victoria. Το θηλυκό alter ego του Nicholas είχε μία τραγική κατάληξη, δολοφονήθηκε (?) από τον γκόμενό της, το Julian ένα αλκοολικό πρεζάκι χαρτόμουτρο που έμαθε πως διατηρεί παράλληλη σχέση με τον αδερφό του τον Edward. 


Όλα τα ονόματα παραπέμπουν σε μέλη βασιλικής οικογένειας, μόνο η Ελισάβετ λείπει, αλλά έχουμε τον ψυχάκια, την αθώα κοριτσοπούλα που τα είχε με έναν μπέκρουλα κατεστραμμένο και βρήκε θαλπωρή στην αγκαλιά του αδελφού του (καλό κουμάσι είναι κι αυτός).


Παρά το ότι το σκηνικό του φόνου δείχνει ξεκάθαρο, ο Nicholas έχει τις αμφιβολίες του. Θεωρεί πως η Victoria τον έχει στοιχειώσει γιατί πρέπει να ξεδιαλύνει την αλήθεια (τραβούν τα φαντάσματα κάτι ζόρια). Ξεκινάει λοιπόν την εξιχνίαση του μυστηρίου, με το να επισκεφθεί το σπίτι του Edward. Εκεί φέρνει στην όρασή του, την εικόνα του Julian να παρακαλεί την Victoria να γυρίσει πίσω, αυτή τον φτύνει (και με το δίκιο της) κι ο Julian τους καθαρίζει και τους δύο (γυναικοκτόνος και αδελφοκτόνος) και μετά αυτοκτονεί κι ο ίδιος (όλοι τέζα). 


Κι ενώ η ιστορία δείχνει να βγάζει νόημα, αποδεικνύεται πως ο υπνοθεραπευτής είναι η μετενσάρκωσή του Edward, ο οποίος μετά τη συνεδρία θα ακολουθήσει τον Nicholas στο σπίτι του και θα τον δολοφονήσει. Η εξέλιξη αυτή δίνει τελείως διαφορετικό νόημα στα γεγονότα που έδινε μαρτυρία ο Nicholas όσο ήταν στην αγκαλιά του Μορφέα. Ο πραγματικός δολοφόνος ήταν ο Edward ο οποίος καθάρισε τον αδερφό του για να τον βγάλει από τη μέση (και να ξεβρωμίσει η κοινωνία) και μετά δολοφόνησε και την Victoria γιατί ήθελε μία πραγματική σχέση μαζί της κι όχι απλά μία ξεπέτα. Η Victoria είχε σύνδρομο Στοκχόλμης, ναι μεν ήταν με ένα τελειωμένο πρεζάκι, αλλά για κάποιο λόγο είχε κολλήσει μαζί του, μία τραγική ιστορία που τη ζούμε καθημερινά.

Το concept του άλμπουμ ακολουθεί την κυκλική ροή των γεγονότων, κάτι που συναντιέται σε κάθε μεγάλο prog άλμπουμ (βλέπε The Wall).


Δισκάρα, τεράστιο άλμπουμ του progressive metal universe.

Thursday, December 16, 2021

Witchkiller - La Guillotine / Lights in the Night (2021)


 Τα fanzines είναι το τρίτο καλύτερο πράγμα που συνοδεύει την underground metal σκηνή (με πρώτο τις μουσικές κυκλοφορίες και δεύτερο τα live). Ειδικά όταν συνοδεύονται με ένα φυσικό format καλούδι που θα περιέχει το κατιτίς παραπάνω. Η σωστή μέθοδος ανάγνωσης του fanzine περιλαμβάνει τα παρακάτω βήματα:

i. Ξάπλα στο χαλί ή στο κρεβάτι με το έντυπο

ii. Μπαίνει στο πικάπ ή στο CD player το μουσικό bonus καλούδι

iii. Μασαμπουκιάση (μη λιπαρού - υπάρχει τέτοιο πράγμα?) junk food για να μη λερωθεί το έντυπο

iv. Απόλαυση ανάγνωσης, γεύσης κι ακουστικής


Στη φάση αυτή εντάσσεται και το επτάρι των Witchkiller που ήρθε σαν δώρο με τον δεύτερο τόμο του Snakepit, δύο ακυκλοφόρητα κομμάτια της μπάντας, αγνό heavy metal από τον Καναδά για τους φίλους της true φάσης.

Wednesday, December 15, 2021

Judas Priest - Turbo (1986)

 

I'm your turbo lover, Tell me there's no other

I'm your turbo lover, Better run for cover


Ίσως οι πιο ηλίθιοι στίχοι από μία μπαντάρα που γράφει μουσική πιο εθιστική κι από σκληρό ναρκωτικό. Και το Turbo είναι τεράστιο άλμπουμ, ογκόλιθος στη μουσική ιστορία των Priest. Είναι λίγο disco/synth, έχει το πιο cringe εξώφυλλο (το χέρι της γκόμενας με το joystick) της δεκαετίας, αλλά περιέχει μόνο ύμνους.


Turbo Lover, Private Property (κάτω τα ξερά σου μωρή), Out in the Cold (τεράστιο έπος), Rock you All Around the World (κάθε Priest δίσκος οφείλει να έχει ένα τέτοιο άσμα), αθάνατα κομμάτια. Όσο και να κράζουν τίποτε κουκλίτσες, τη γαματοσύνη του Turbo δεν θα μπορέσουν ποτέ να την μαγαρίσουν.


Στο άλμπουμ, πέρα από τη φανταστική μουσική, ο Halford δίνει από τις καλύτερες heavy ερμηνείες του. Ισοσταθμίζει την όποια discoτυρίλα που μπορεί να υπάρχει στα tracks του άλμπουμ, ο καράφλας δίνει τρελό πόνο στις ήρεμες κι άγριες στιγμές των κομματιών.


Αγάπη μόνο για το Turbo των Judas Priest αλλά και για τον Edward "Turbo" Hayes τον sidekick του Rambo στην φοβερή σειρά καρτούν Rambo: The Force of Freedom (για να θυμούνται οι παλαιοί και να μαθαίνουν οι νέοι).

Monday, December 13, 2021

The Cure

 

Disintegration (1989)


Join the Dots (2004)


Αν και δεν είμαι fan των Cure ήρθα πολλές φορές σε επαφή με τη μουσική τους και την κουλτούρα τους, μπάντα φαινόμενο με σκληρό οπαδικό κίνημα στην Ελλάδα. Αγνοούσα την υπαρξή τους μέχρι ένα ωραίο βράδυ Σαββάτου σε ένα παζάρι βιβλίων μου τράβηξε το ενδιαφέρον μία Ελληνική έκδοση σειρά κόμικ με το όνομα "Το Κοράκι". Από τις εκδόσεις Πάρα Πέντε υπό την κατηγορία Metal Comics (ώπα λέω, εδώ είμαστε) με έναν τύπο στο εξώφυλλο που θύμιζε μπλακμεταλλά διαγωνιζόμενο στο GNTM. Ήταν και το παζάρι λίγο underground, όλες οι τιμές ήταν για σκότωμα οπότε το τσίμπησα. Το κόμικ είναι πασίγνωστο, η ταινία ακόμη περισσότερο δε, αλλά αυτό που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση είναι πως στην ροή των στριπ υπήρχαν και ξέμπαρκοι στίχοι από κομμάτια μίας μπάντας με το όνομα The Cure.


Στην εποχή που το internet ήταν ακόμη στα γεννοφάσκια του, δεν ήταν εύκολο να κάνω τις απαραίτητες συνδέσεις και να βρω τις πληροφορίες που χρειαζόμουν για να κατανοήσω το τι έπαιζε με την όλη φάση. Στίχους από διάφορες ποπ/ροκ μπάντες συναντούσαμε σε διάφορα περιοδικά/κόμικ Ελληνικών εκδόσεων με χαρακτηριστικό παράδειγμα το Σπάιντερμαν του Καμπανα. Τέρμα καρακιτσαριό ενδιάμεσα στις ιστορίες του Τοιχοσκαρφαλωτή και του Χάλκ να μπαίνουν στίχοι από Ace of Base και Duran Duran αλλά μέχρι εκεί έφθανε η αντίληψή τους. Ακόμη και σήμερα δεν έχω ιδέα αν οι στίχοι των Cure είναι και στο αυθεντικό κόμικ The Crow ή ήταν ακόμη μία ευφάνταστη ιδέα του κλασσικού Έλληνα μπάρμπα/εκδότη που έμαθε πως το βασικό θέμα της ταινίας έπαιξε το Burn των The Cure, οπότε ας χώσουμε στίχους τους να γεμίσουμε σελίδες.


Η ξενέρα με τους The Cure συνεχίστηκε αργότερα όταν έμπλεξα με μία περίεργη μίνιμαλ γκοθού από την Πανόρμου. Κανονικά και μόνο που είναι από τη Πανόρμου, τι δουλειά έχω εγώ με τη βαζελοπεριοχή. Ύστερα η γκόμενα ήταν τσιλιβήθρα και χωρίς τα προσόντα της προβλεπόμενης 90's γκοθού (υπέρβαρη με τριάντα κιλά make up και καρπουζομπομπόνια). Έπρεπε να τα έχω λάβει τα μηνύματα. Η απόλυτη ντεκαβλέ εμπειρία ήταν όταν πέρασα ένα ολόκληρο βράδυ στο σπίτι της, σετάροντας το καινούργιο της PC, ρυθμίζοντας το δίκτυο και γενικότερα να κάνω των IT χαμάλη, υπό τη μουσική των Cure να παίζει στο loop, εκείνη σε έναν καναπέ ξάπλα να παρακολουθεί μία μπουροδκουλτουρέ ταινία (ίχνος φιλοξενίας να με κεράσει έναν γκαϊφέ ή ένα φοντάν), αμίλητη, άκοσμη, άοσμη κι απόκοσμη. Δεν με ξαναείδε και δεν άκουσα ξανά Cure. 


Μέχρι που γνώρισα τον Cure-a συνάδελφο Μηχανικό βάρδιας που περάσαμε ένα ολόκληρο project μαζί και μου ζάλιζε τα παπάρια από το πρωί μέχρι το βράδυ με αυτούς τους παπάρες. Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος άκουγε Metallica αλλά κάποια στιγμή ανακάλυψε πως δεν τον κάλυπταν και το γύρισε στους The Cure. Σκληροπυρηνικό κοινό το συγκρότημα στον Ελληνικό χώρο, αλλά μιλάμε για τεράστιους τραμπαρίφες.


Ώσπου μεγάλωσα, ωρίμασα και μπορώ να πω πως κατανοώ τις αρετές της γκοθικ/post punk μουσικής τους. Τόσο όσο βέβαια ώστε να έχω στη συλλογή μου το Disintegration (ίσως το καλύτερο άλμπουμ τους) κι μία ωραία συλλογή (4 CDs) με B-Sides, alternates κι άλλα τέτοια καλούδια.

Friday, December 10, 2021

Lizzy Borden - My Midnight Things (2018)


 Πάντα ήθελα να πάρω ένα Lizzy Borden δίσκο. Το όνομα της μπάντας μου ασκούσε μία έλξη. Η λέξη Lizzy έχει την ευθεία παραπομπή στους Thin Lizzy και το Borden έχει κάτι heavy, ήταν μέταλλο η φάση. Κάνοντας λίγη έρευνα στο θέμα, ανακάλυψα πως το όνομα προέρχεται από μία ζουρλή αμερικάνα του 19ου αιώνα που έσφαξε τους γονείς της με τσεκούρι. Όποτε τα αδέρφια Harges που ξεκίνησαν τη μπάντα θεώρησαν πως πρέπει να τιμήσουν το θηλυκό Βορίδη και να διαιωνίσουν το όνομα μέσα από τη μουσική τους.


Έχω πάρει πρέφα πως οι Lizzy Borden δημιούργησαν δυνατό όνομα στα 80s με δυνατές κυκλοφορίες και γερά hits. Μάλλον έπρεπε να επενδύσω σε εκείνους τους δίσκους πρώτα πριν αποκτήσω το πιο πρόσφατο My Midnight Things (σε limited edition clear pacific blue marbled vinyl παρακαλώ). Νούμερο 215/300 (πσσσσσσστττττ, τι λες τώρα...).


Δίχως να μην ξέρω τι να περιμένω από τα αδέρφια Harges, δεν μπορώ να πω πως ξετρελάθηκα με το My Midnight Things. Εύπεπτες sleazy heavy/hard rockιές σε good feeling κλίμα, όχι απαραίτητα κακό, αλλά μάλλον θα έπρεπε να το πάρω σε CD το άλμπουμ αντί του clear pacific blue marbled βινυλίου. Η μουσική του δίσκου είναι κάπως ρηχή (δίχως να χάνει σε αξιοπρέπεια και ποιότητα). Η περιγραφή του χρώματος του βινυλίου (πάμε άλλη μία,... clear pacific blue marbled) έχει μία πιο περίπλοκη δομή από ότι θα ήθελα από έναν heavy δίσκο. Αλλά ok, Lizzy Borden είναι αυτοί, μάλλον είχα παρανοήσει κάποια πράγματα.


Υπάρχει βέβαια κι ένα ακόμη πρόβλημα στο άλμπουμ, τα φωνητικά του Gregory Harges. Έβαλε μπόλικα κανάλια ο τύπος για τη φωνή και το αποτέλεσμα δεν ήταν καλό. Σαν να ακούς Ghost σε χορωδία, είναι που είναι μαρτύριο οι Ghost από μόνοι τους, πόσο μάλλον σε χορωδία. Το κομμάτι A Strange to Love είναι το καλύτερο παράδειγμα, το οποίο φθάνει σε επίπεδα εκνευρισμού (το σημείο we are, we are numb, we're what we've become δεν παλεύεται χωρίς αλκοόλ και ναρκωτικά). 


Κι η αισθητική του δίσκου κάπως με χάλασε, αφού όλο το artwork είναι η φάτσα του Lizzy Borden σε στάση Blackie Lawless, με αυτό το micro-χαμόγελο και το βλέμμα της αγελάδας. Η επιθυμία μου έγινε πραγματικότητα, έχω Lizzy Borden στη συλλογή μου, παίζουν που και που στα ηχεία μου αλλά τελικά περισσότερο κρατάω το clear pacific blue marbled βινύλιο.

Wednesday, December 8, 2021

Monday, December 6, 2021

Helloween - The Time of the Oath (1996)


 Άλμπουμ με εξώφυλλο που θυμίζει Blind Guardian, τίποτε δεν μπορεί να πάει στραβά. Ειδικά όταν μέσα από την κουκούλα του δαχτυλιδοφόρου wannabe Nazgul είναι το εξώφυλο της προηγούμενης δισκάρας Master of the Rings. Δισκάρα και το Time of the Oath, αδερφάκι με το προηγούμενο και τα καλύτερα έπονται.


Το The Time of the Oath είναι η απόδειξη πως ο Derris δεν ήρθε απλά να αναπληρώσει το (δεν αναπληρώνεται λέμε) κενό του Kiske αλλά να σώσει κυριολεκτικά τη μπάντα από τον όνειδο του Χαμαιλέοντα. Τα συνθετικά credits λένε τα πάντα. Σε όλες τις κομματάρες που έχει το άλμπουμ (και δεν είναι λίγες), We Burn, Steel Tormentor, Before the War, The Time of the Oath, μουσική ή στίχους έχει γράψει ο Perfect Gentleman του power metal, Andi Derris. Εξαίρεση αποτελεί το φοβερό Power, που το έχει γράψει αποκλειστικά ο Weikath. Μόνο αυτός δεν θα ντρεπόταν να γράψει τραγούδι με παρόμοιο τίτλο κομματιού που κυκλοφόρησαν οι Manowar δύο μήνες αργότερα. Που να το ήξερε ο άμοιρος,… έπρεπε να το ξέρει. Δέκα λέξεις, όλες κι όλες,  χρησιμοποιούν οι Manowar για τους τίτλους/στίχους τους, δεν τις αγγίζεις για να είσαι σίγουρος.


Το The Time of the Oath, ξαναέβαλε τους Helloween στο παιχνίδι της metal μουσικής, αφού είναι η φυσική συνέχεια του Master of the Rings κι επιβεβαίωσε τη νέα εποχή με τον Andi Derris να κρατάει το μικρόφωνο του (νυν) καράφλα αλλά και το συνθετικό κενό του κοντού (τότε και τώρα). Το Chameleon απέδειξε πως η φυγή του Kai Hansen κόστισε πολύ περισσότερο από εκείνη του Kiske. Τραγουδιστή βρίσκεις, θα φωνές υπάρχουν. Μουσικές συνθετικές ιδιοφυίες είναι πολύ λίγες και για αυτό ο Derris έβαλε τη βαριά του σφραγίδα πάνω στην κολοκύθα από την αρχή.


Το κομμάτι της συλλογής μου είναι διπλό CD με όλα τα bonus tracks από τα singles που κυκλοφόρησαν με το δίσκο, δυνατά b-sides (Still I don't Know, Take it to the Limit) και διασκευή στους Judas Priest με Ηλεκτρικό (που να σου βγει το) Μάτι. CDάρα για γερά power γούστα.

Friday, December 3, 2021

Dream Theater - Falling into Infinity (1997)


 Το Falling into Infinity είναι το άλμπουμ που βρίζουν όλοι οι Theaterάκιδες φίλοι μου. Δεν έχει Kevin Moore (κι ας έχει τον μεγάλο Sherinian), ο LaBrie τραγουδάει σαν κανίβαλος, έχει διάρκεια καταναγκαστικών έργων και το εξώφυλλο είναι αίσχος.


Ας τα πάρουμε από την αρχή, λείπει ο ιθύνων νους της μπάντας. Ο Moore ήταν το μαγικό μπαχαρικό που έδινε άλλη γεύση στη μουσική των Dream Theater, το secret ingredient. Ο Petrucci με τον Portnoy προφανώς την παλέψαν μια χαρά και χωρίς αυτόν, η μπάντα προχώρησε, ήρθε κι ο καράφλας με τα Apple γκατζετάκια αλλά η αλλαγή ήταν πασιφανής. Και στο Falling Into Infinity ήταν εμφανής προς το χειρότερο. Έγραφαν, έγραφαν μουσική για το άλμπουμ, αλλά ξέχασαν να την μεταμορφώσουν (συνθέσουν) σε τραγούδια. Όλο το άλμπουμ είναι σαν άμορφη μάζα (βλέπε τον Clayface) που δεν οδηγεί πουθενά τον ακροατή (με αναπόφευκτα χασμουρητά). Τα δύο κομμάτια που βρίσκω πιο πολύ ουσία και με ελκύουν είναι τα Lines in the Sand και Trial of Tears, καθόλου τυχαίο ότι είναι τα δύο άνω των δέκα λεπτών συνθέσεις. Το υπόλοιπο άλμπουμ είναι απλά πολύ μπλα μπλα κι από τηγανίτα τίποτα.


Ο James LaBrie δεν είναι προικισμένος με καλή φωνή. Αλλά είναι εργαλείο ο τύπος. Όταν πέσει πάνω στον σωστό παραγωγό ή στο κατάλληλο μουσικοσυνθέτη που θα του γράψει ακριβώς τι να τραγουδήσει, μπορεί να κάνει παπάδες. Η απόδειξη είναι στο Human Equation που δίνει αριστουργηματική ερμηνεία σε αυτά που του έγραψε ο Arjen. Όταν όμως το παίρνει πάνω του, βγαίνει αυτό το πράγμα που ακούγεται στο Falling into Infinity. Μία σκοτεινή επιθετική φωνή που, μονοδιάστατη, ενοχλητική. Η φωνή του LaBrie είναι μόνιμο πρόβλημα στους δίσκους των Theater, η οποία ακροβατεί μεταξύ του άριστου αποτελέσματος και της τραγικής αποτυχίας. Εδώ είχαμε το δεύτερο.


Η διάρκεια του άλμπουμ. Δεν μπορώ να καταλάβω το εξής παράδοξο. Βγάζει μία μπάντα ένα κακό άλμπουμ, είναι σε κακή περίοδο, πιέσεις από δισκογραφική, αλλαγές στα μέλη, χίλια δύο μπορεί να έχουν συμβεί. Όλα καλά έως εδώ. Η μπάντα το ξέρει ότι με αυτό που θα κυκλοφορήσουν δεν θα χέζουν τα βρακιά τους από χαρά οι οπαδοί. Γιατί πρέπει να είναι ατελείωτο σε διάρκεια; Βγάζεις που βγάζεις το μούφα δίσκο, κράτησε τον μικρό σε διάρκεια. Να είναι το μαρτύριο μικρότερο, λίγο έλεος δηλαδή.


Τέλος, έχουμε το εξώφυλλο. Καταλαβαίνω πως η φάση είναι progressive, οπότε το εξώφυλλο πρέπει να είναι ψαγμένη κουλτούρα κι έτσι, αλλά αυτό δεν απαγορεύει ένα εξώφυλλο να είναι κακομούτσουνο. Δύο βλαμμένοι που κάθονται σε αυτοσχέδιες πλατφόρμες και κοιτούν ο ένας τον άλλον με κιάλια (και υπάρχει κι ένας τρίτος ματάκια που τους μπανίζει με το δικό του κιάλι - ο οποίος είναι ο ακροατής). Ωκεανός, κιάλια, αποστάσεις, στατικότητα, τα πιάνω όλα αυτά, θολοκουλτούρα για ονειροπόλους αλλά το εξώφυλλο παραμένει μάπα. Και μιλάμε για τους Theater που έχουν δώσει επικά εξώφυλλα (σχεδόν όλα).

Wednesday, December 1, 2021

Therion - Celebrators of Becoming (2006)


 Όποιος έχει φάει βρώμικο, στις 2 τα ξημερώματα ύστερα από ξενύχτι, από την καντίνα του Γιάννη στην Ιφιγενείας, ξέρει τι θα πει ενισχυμένο μπαμπάτσικο για μερακλήδες. Ίδια φάση το Celebrators of Becoming, απολαυστικά χορταστικό οπτικοακουστικό θέάμα, με τόνους καλογυρισμένο και ιστορικό υλικό της μπαντάρας και live-άρες από την καλύτερη τους περίοδο.


Το κομμάτι της συλλογής μου είναι η Μεξικάνικη edition, κουτί/άθλια-συσκευασία από ελεινό χαρτί (παίζει να είναι εφημερίδας), αλλά τα 4 DVD + 2 Audio CDs με αποζημιώνουν με το παραπάνω.

Monday, November 29, 2021

Judas Priest - Nostradamus (2008)


 Πόσο hate έχει φάει η προσπάθεια των Priest να γράψουν κάτι διαφορετικό από ευθύ heavy metal που παίζουν σαράντα χρόνια. Φώναζε το πράγμα ότι θέλουν να το γυρίσουν από την άλλη το ψάρι, από το κλείσιμο του Angel of Retribution με το Lochness. Ήθελε όπερα ο καράφλας, τι να κάνουμε τώρα. Αλλά ο μέσος μεταλλάς κολλημένος εκεί. Σαράντα χρόνια θα βγάζεις "μπρίκια κολλώ" και "πενκίλερς". Με το που σκάσει το απωθημένο γούστο, να τους κρεμάσουμε τους Priest. 

Κι είναι άδικο, γιατί μουσικοί τέτοιας αξίας, με τόση πείρα (και μπύρα) κι εγνωσμένη αξία, πρέπει να αφήνονται ελεύθεροι να δημιουργήσουν κατά το δοκούν. Τι μπορεί να πάει στραβά; Με τους Priest, τίποτε. Αν ήταν τίποτε Metallica κι έγραφαν αντίστοιχο άλμπουμ, ούτε ο ίδιος ο Νοστράδαμος δεν θα είχε προβλέψει το μεγαλείο καταστροφής.

Το Nostradamus δεν κερδίζει τόσο σε ποιότητα αλλά σε πρωτοτυπία. Για τα average Judas Priest δεδομένα είναι κάτι διαφορετικό, ένα εναλλακτικό μουσικό αφήγημα. Διπλό άλμπουμ που αναπόφευκτα θα έχει κι αδύναμες στιγμές. Εδώ έχει αδύναμες στιγμές το Screaming for Vengeance και το Killing Machine, ο Νοστράδαμος δεν θα έχει; Αλλά σαν σύνολο στέκεται μια χαρά, είναι θελκτικό, έχει απόλυτο λόγο ύπαρξης. Είναι το είδος του άλμπουμ που μετά την ακρόαση δεν μένει έντονα κάποιο κομμάτι (με δεδομένο πως οι ποιο δυνατές στιγμές είναι Prophecy, Persecution και Visions), αλλά θα με καλέσει σε τακτικά διαστήματα να το ξαναπαίξω, να ευχαριστηθώ την ιστορία του Γάλλου αμφιλεγόμενου "προφήτη".

Το μεγαλύτερο μουσικό πρόβλημα στο άλμπουμ το εντοπίζω πως υπάρχουν πολλές στιγμές χαλαρότητας, όπου ο Halford παίζει μπάλα μόνος του και στην κλασσική Priest μουσική αυτό δεν είναι κι ότι καλύτερο. Το teamworking στη μπάντα πάντα δούλευε υπέρ του αποτελέσματος, εξού κι η μεγαλύτερη αδυναμία του άλμπουμ. Από την άλλη αυτό όριζε η concept απόδοση του έργου που ήθελαν να δώσουν στο κοινό, οπότε κάνω τα στραβά μάτια και το δέχομαι.

Thursday, November 25, 2021

Skyclad - Folkémon (2000)






Ο καλύτερος Skyclad δίσκος με το χειρότερο όνομα κι εξώφυλλο. Ξεκάθαρα υπάρχει η ειρωνική προσέγγιση προς το Pokemon franchise με το Folkemon πλασματάκι, έναν αλητάμπουρα γάτο να παίζει το βιολί του, στο εξώφυλλο. Και το "ξεκαρδιστικό" αστείο συνεχίζεται στα credits που η μπάντα αναφέρεται ως Folkémon trainers. Ατυχής κατά την αποψή μου προσέγγιση των Ramsey/Walkyier να σατυρίσουν ένα επιτυχημένο cartoon/παιχνίδι που έχει δώσει την πολιτισμική του αξία και ψυχαγωγικό value σε μικρούς και μεγάλους (ιδιαίτερα σε μεγάλους) εδώ και τρεις δεκαετίες. Καλή η επανάσταση, η σατυρική αντίδραση στα κακώς κείμενα του κατεστημένου και στην ατελείωτη ηλιθιότητα που διέπει τον πλανήτη Γη, αλλά μην ισοπεδώνουμε και κάθε αξιόλογη ψυχαγωγία επειδή απόκτησε εμπορική αξία.


Το Pokemon Folkémon παραμένει ο καλύτερος δίσκος στην ιστορία της μπάντας. Προσωπική πάντα άποψη, αλλά με επιχειρήματα μεγαλύτερα κι από τα μπομπόνια της Biddle, τα οποία επιχειρήματα βρίσκονται κυρίως στην πρώτη πλευρά της απεικονιζόμενης κασέτας. The Great Brain Robbery, Think Back and Lie of England, Polkageist!, Crux of the Message, μία έναρξη τεσσάρων speedάτων folk metal ύμνων, άνευ προηγουμένου. Τέτοιες δόξες το επονομαζόμενο folk δεν γνώρισε με καμία από τις μετέπειτα μπάντες που σκαλίζουν την παραδοσιακή μουσική των βόρειων λαών για να γράψουν κανένα τραγούδι (που ναι μεν βγάζουμε γούστα αλλά μέσα μας ξέρουμε ότι είναι λίγο "εύκολη λύση"). Οι Skyclad στο Folkémon έχουν στρώσει κώλο κάτω κι έχουν γράψει φανταστική original μουσική και στίχους (τεράστιε Martin Walkyier!).


Στα κομμάτια, πέρα από τις καθιερωμένα απολαυστικά κιθαριστικά σόλο, τις πεντανόστιμες μουσικές fiddle γαρνιτούρες, και τις heavy δομές, υπάρχει διάχυτος τσαμπουκάς που βγάζει απίστευτη ενέργεια. Σαν να έχει έρθει όλη η μπάντα έτοιμη να παίξει ξύλο με κάθε αγγλοφασισταριό και να του περάσει το βιολί κολλάρο. Ειδικά σε κάποια ρεφρέν που χώνει ακατάπαυστα όλη η μπάντα, δημιουργείται τεράστια ένταση στην ατμόσφαιρα, το ομοιάζω με την γηπεδική γκάβλα που νοιώθει ο οπαδός των Bohemians σε γκολ απέναντι στους μισητούς Rovers. Ανεπανάληπτο μπουστάρισμα κι ηθική αναπτέρωση, αποτελέσματα που η καλογραμμένη/καλοπαιγμένη μουσική μπορεί να φέρει.


Κι η δεύτερη πλευρά της κασσέτας δεν υστερεί, When God Logs-Off, You Lost My Memory (τι έχουν γράψει τα παλικάρια) και Déjà-Vu Ain't What It Used to Be ολοκληρώνουν το Opus Magnum των Βρετανών.

Tuesday, November 23, 2021

Northwind - History (2020)


 To Σαλονικιώτικο θρυλικό heavy metal συγκρότημα το 1987 κυκλοφόρησε το άλμπουμ Mythology, 30 χρόνια αργότερα έγραψαν το History. Ακολουθούν σύντομα τα Φυσική, Χημεία και Βιολογία. Αλγεβρα δεν θα βγάλουν τoυς πρόλαβε ο Leif Edling. Πέρα από τις μπουρδολογίες μου, το History είναι ένα πολύ δυνατό comeback, σε μία ιστορική μπάντα που πιο πολύ τους έχω γνωρίσει μέσα από ατελείωτα αφιερώματα σε fanzines και περιοδικά, παρά από την ίδια τους τη μουσική.


Οι Northwind είναι από τις μπάντες που παίζουν χαρακτηριστικό Greek Heavy Metal και δεν αναφέρομαι στην (greeklish) χροιά της φωνής του Δημοσθένη Δοβα (η οποία δεν είναι για σεμινάριο αλλά στο άλμπουμ ταιριάζει γάντι). Οι κιθάρες, τα ριφ, οι χαρντ/χέβι μελωδίες που διέπουν τα κομμάτια τους φωνάζει Ελληνική κουλτούρα και παράδοση. Το History από το πρώτα δευτερόλεπτα του Wooden Walls, φέρνει 80ίλα, μπλου τζινς, χαίτη, Πάνο Μιχαλόπουλο και μυρωδιά βρώμικου έξω από την Τούμπα στο ντέρμπι ΠΑΟΚ-Άρης. Το χιτ του άλμπουμ, King Alexander the Third περιλαμβάνει όλο αυτόν τον μουσικό χαρακτήρα στο πιο έντονο.


Πιστεύω ότι τέτοια άλμπουμ χτίζουν και διατηρούν την μουσική ταυτότητα της heavy metal σκηνής μίας χώρας, γεγονός που δίνει χαρά στους γηγενείς οπαδούς που ταυτίζονται ένα κλικ παραπάνω με τον δίσκο. Το History το απολαμβάνω απόλυτα γιατί πέρα από έναν πολύ καλό σύγχρονο μουσικό άλμπουμ μου βγάζει μία γλυκιά νοσταλγία που δίνει added value στην εμπειρία της ακρόασης.


History είναι ο τίτλος, οι στίχοι καταπιάνονται με ιστορικά γεγονότα της Αρχαίας Ελλάδας και της Ελληνιστικής Περιόδου, όχι κάτι το πολύ ιδιαίτερο αλλά εξυπηρετούν το σκοπό τους. Το υπέροχο εξώφυλλο παρμένο από τον πίνακα του Jean-Leon Gerome με Διογένη στο πιθάρι να ρυθμίζει το φανάρι του (για να πάει να σταλκάρει ζευγαράκια στην παραλία Θεσσαλονίκης - και καλά "άνθρωπο ζητώ"...). 


Αυτός ο Gerome παίζει να μην έδωσε προσοχή στον βίο του Διογένη, δεδομένο ότι τον έχει σχεδιάσει λες και βγήκε από το γυμναστήριο, τούμπανο στους δικέφαλους και τα six pack. Μιλάμε για τον μεγαλύτερο τεμπελχανά της ανθρώπινης ιστορίας που πέταγε δύο τρία ψαγμένα τσιτάτα μήπως ψαρώσει κανένα εναλλακτικό γκομενάκι και περάσει με παρέα τη νύχτα στο πιθάρι. Το The Dog πάντως που είναι βασισμένο στον κυνικό φιλόσοφο είναι και γαμώ τα κομμάτια.

Monday, November 22, 2021

Ayreon - Universal Migrator Part I & II (2000)


 Οι κατά καιρούς χρονοταξιδιώτες που εμφανίζονται σε ψεκασμένες και μη social media κοινότητες είναι πάντα απολαυστικοί. Το 99% των τύπων που δηλώνουν time travellers, κάνουν μπαμ ότι πρόκειται για παπατζολόγους αλλά υπάρχουν και κάποιες περιπτώσεις που η φάση τους έχει ενδιαφέρον. O John Titor είναι ένας από αυτούς που η ιστορία του έχει μπόλικο ενδιαφέρον κι έχει περάσει σε θρυλικό status (μέχρι και ταινία έγινε). 


Χρονοταξιδιώτης είναι κι ο Arjen Lucassen, ή τουλάχιστον έτσι πιστεύω εγώ. Θα στοιχημάτιζα τα παπάρια μου πως έχει έρθει από το μέλλον ενός παράλληλου σύμπαντος που η μουσική έχει εξερευνηθεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από την δική μας πραγματικότητα. Αυτό θα εξηγούσε την ατελείωτη μουσική πανδαισία που χώνει σε κάθε άλμπουμ, η οποία ξεχειλίζει στα Dream Sequencer/Migrator.


Το μουσικό solar system του Arjen έχει δύο ήλιους γύρω από τους οποίους περιστρέφονται οι πλανητικές του δημιουργίες. Το Electric Castle και το Human Equation. Οτιδήποτε άλλο έχει γράψει ο λέλεκας ιδιοφυής Ολλανδός έχουν πάντα ως σημείο αναφοράς τις δύο μεγαλύτερες καλλιτεχνικές του δουλειές.


Το Dream Sequencer και το Flight of the Migrator, τα δύο μέρη της ιστορίας Universal Migrator είναι δορυφόροι του Ηλεκτρικού Κάστρου, κι αν ποτέ δεν θα λάβουν την αγάπη που έλαβε η ιστορική space opera, είναι δύο δυνατές σημαντικές παρουσίες στο δισκογραφικό σύμπαν του Lucassen.


Το κομμάτι της συλλογής μου είναι η διπλή έκδοση των δύο δίσκων και πάντα το αντιμετώπιζα ως ένα διπλό CD με ένα σκασμό guests από το πάνω ράφι. Όλη η τότε ελίτ της προγκ και μεταλ γενικότερα μουσικής παίζει μπαλάρα στους δύο δίσκους σε ένα all star game με φόντο την πολυτάραχη φαντασία ενός ανθρώπου που το σύμπαν είναι πολύ μικρό για να τον χωρέσει.


Neal Morse, Damian Wilson, Jansen (η μουρτζούφλα Floor κι όχι η γλυκιά Irene), Dickinson, Russel, Scheepers, Deris, Lione, μέχρι κι ο Kotipelto έγινε άνθρωπος και πολλοί ακόμη. Και τα δύο άλμπουμ είναι πήχτρα στις πανέμορφες μελωδίες (είπαμε, ο τύπος είναι από άλλη πραγματικότητα) με άρωμα διαστήματος, επιστημονική φαντασία και προγκ μελόδραμα. Είναι να αναρωτιέται κανείς πως η straight forward μαγικές μελωδικές γραμμές που γράφει ο Ολλανδός έχουν μία απλότητα που ταξιδεύει τον ακροατή σε περίπλοκους φανταστικούς κόσμους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Dragon of the Sea ή το βαρύ κι ασήκωτο My House on Mars.


Η ιστορία παίζει ιδιαίτερο ρόλο στην σύνθεση της μουσικής, αφού ο Arjen θέλει να παραθέσει τα sci-fi γεγονότα μέσα από τα άλμπουμ (ή να μας προειδοποιήσει για το μέλλον). Για αυτό και σε κάθε άλμπουμ οι στίχοι του είναι σκέτη απόλαυση. Το booklet διαβάζεται σαν νουβέλα άνετα και μετά για επανάληψη χώνουμε Dawn of a Million Souls και Into the Black Hole για άγρια διαστημικά γούστα.

Friday, November 19, 2021

HammerFall - Infected (2011)

 

Σε κάθε μπάντα έρχεται η στιγμή που θέλει κάπως να διαφοροποιηθεί από τον κλασσικό της ήχο, να πειραματιστεί και να δοκιμάσει πράγματα πέρα από αυτό που έχει συνηθίσει τους οπαδούς της. Πάντα θα υπάρχουν αρνητικές αντιδράσεις σε ένα τέτοιο εγχείρημα, γιατί η κάθε αλλαγή πάντα τρομάζει τους οπισθοδρομικούς, αλλά ο πανδαμάτωρ χρόνος δικαιώνει (κάποιες φορές) τον τολμηρό δημιουργό.


Στην περίπτωση του Infected που οι Hammerfall γυρίσαν το μπριζολάκι από την άλλη, δεν ισχύει τίποτε από τα παραπάνω. Ούτε πειραματίστηκαν (όπως οι ίδιοι ήθελαν να μας πείσουν) ούτε τίποτε. Απλά κυκλοφορήσαν έναν άθλιο άλμπουμ που κάπως έπρεπε να το πλασάρουν κι έπαιξαν το χαρτί του alternative. Τρίχες, μπούρδες, δεν έπεισαν ούτε τον τελευταίο βαμμένο οπαδό τους. Το Infected είναι το άλμπουμ που δεν έπρεπε να κυκλοφορήσουν ποτέ, σπιλώνει την τεράστια ιστορία της μπαντάρας που μας έχει χαρίσει τόσες απίστευτες στιγμές.


Πέρα από τα υπερμέτρια κομμάτια που μετα βίας ακούγονται, ήθελα να ήξερα, το One More Time και το I Refuse, οι Michael/Dronjak/Norgren που μοιράζονται την παραγωγή, τα άκουσαν ποτέ ολοκληρωμένα; Κι αν ναι, πραγματικά είπαν "ok, τα βάζουμε στο δίσκο", όλα μια χαρά;


Κι όλο αυτό το zombie concept με το Patient Zero, το οποίο έχει να κάνει μόνο με το εναρκτήριο κομμάτι (θα περίμενε κανείς κάποιο concept ή κάτι παρόμοιο), μία τεράστια απάτη μήπως ψαρώσει κανένας fan του Walking Dead. 


Κρίμα και πάλι κρίμα για τους HammerFall, μία μπάντα που έχει πολεμηθεί όσο κανείς άλλος για τους λάθος λόγους, να δίνει πατήματα για hate ακόμη κι από τους loyal πολέμαρχους της Σφύρας.

Wednesday, November 17, 2021

Dimmu Borgir - Enthrone Darkness Triumphant (1997)


 Θυμάμαι στα πρώτα χρόνια ύπαρξης του παγκόσμιου ιστού που είχα επισκευφθεί την official ιστοσελίδα των Dimmu Borgir. Στις άθλιες (από πλευράς design) HTML σελίδες που κοσμούσαν το web, η entry page των Borgir είχε τα τότε μέλη της μπάντας να στέκονται στα σκαλοπάτια ενός σπιτιού με το ένα χέρι σε ορθή γωνία (στάση ποδοσφαιριστή μετά από γκολ, δικαίωση κι έτσι) και μία λεζάντα με περιεχόμενο του στυλ "ότι και να κάνουν οι Cradle of Filth, εμείς το κάνουμε καλύτερο". Με μεταγενέστερη ορολογία θα λέγαμε πως οι Borgir είχαν ανοίξει μπιφτέκι με τους Filth για το ποιο είναι το πιο εμπορικό black metal συγκρότημα. 


Πως να μην αγαπήσεις και τα δύο συγκροτήματα που προσφέραν τόσο αγνό γέλιο με τη μαλακία που τους έδερνε και να μην τιμήσεις τις κυκλοφορίες τους (για να είμαστε ενημερωμένοι στην εξέλιξη του beef). Και με τo Enthrone Darkness Triumphant οι Dimmu Burger (μιας και λέμε για μπιφτέκια) νομίζω πως βάζουν κάτω του Filth με τις τότε αντίστοιχες κυκλοφορίες τους. Μπαλαντζαρισμένο μεταξύ του εμπορικού majestic και της αρχικής black προσέγγισης της μπάντας, το καθιστά ως το πιο αντιπροσωπευτικό άλμπουμ στην ιστορία του συγκροτήματος κι ο δίσκος που τους έβαλε στα μεγάλα σαλόνια.


Το άλμπουμ έχει μπόλικη μουσική ποιότητα, νομίζω πως ο κάθε ένας που θα ακούσει τα Mourning Palace, Spellbound, In Death's Embrace, Entrance και A Succubus in Rapture θα τα ευχαριστηθεί. Δεν έχει να κάνει με το black metal (το οποίο μεταξύ μας στις πιο raw μορφές του δεν ακούγεται. Είναι εμφανής πόσο επηρέασε τη μπάντα η παρουσία του Stian Aarstad, του κιμπορντίστα που έφερε έναν διαφορετικό αέρα κι έβαλε το συγκρότημα να κινηθεί σε πιο κλασσικά μονοπάτια. 


Η αλήθεια είναι πως όσο υπάρχει η ισορροπία της σκοτεινής πλευράς του κλασσικού ήχου με την μαυρίλα/βοθρίλα/καταχνίλα που ορίζει το ορθόδοξο black, εγώ σαν ακροατής το πάω το γράμμα. Η κατάχρηση στη μία ή στην άλλη φάση είναι που αρχίζει να χαλάει το πράγμα και να χάνει την ουσία του. Το ότι old school black μεταλλάδες είχαν πάρει σαν προσωπική σταυροφορία (the irony) την υπεράσπιση του πρωτόλειου ήχου που στην ουσία ήταν μία μπουκωμένη ανούσια ηχητική μάζα, πρέπει να αποτελέσει ενδιαφέρον θέμα για έρευνα στον τομέα της κοινωνικής ψυχολογίας. Οι Burger δεν μπήκαν σε αυτό το τρυπάκι (από την αρχή είχε φανεί αυτό) και για αυτό υπάρχουν (και χαιρόμαστε για αυτό) μέχρι και σήμερα, με μία αξιοζήλευτη πορεία.

Monday, November 15, 2021

Dream Theater - Awake (1994)


 Six o'clock on a Christmas morning...

And for what?

Well, isn't it for the honor of God, Aunt Kate?

I know all about the honor of God, Mary Jane.


Πάντα είχα απορία τι σκατά σημαίνουν αυτοί οι στίχοι στο εναρκτήριο κομμάτι 6:00 του άλμπουμ Awake. Ποια είναι η Mary Jane (σίγουρα όχι η γκομενα του Spiderman) που μιλάει με την θεία Kate για το Χριστουγεννιάτικο πρωινό. Χρόνια αργότερα, ένας φίλος μου έστειλε ένα link στο YouTube για μία ξεχασμένη ταινία, The Dead (1987), με το timestamp όπου η παραπάνω στιχομυθία εξελίσσετε. Κι είναι από τις απορίες που έχεις για χρόνια στο πίσω μέρος του εγκεφάλου κι όταν από το πουθενά έρχεται η απάντηση κι αποκαλύπτεται όλο το μυστήριο, συμβαίνει μία μίνι ευχάριστη εσωτερική αναστάτωση. Και το πράγμα έχει βάθος. Η ταινία The Dead βασίζεται στη νουβέλα του James Joyce από το βιβλίο Dubliners. Αγαπημένος James Joyce, τα δυσνόητα βιβλία του μου έχουν δώσει άπειρες αφορμές να επισκεφθώ τοποθεσίες, κτίρια και διάφορες pub, μέρη που έχουν διατελέσει πεδία εξέλιξης πλοκής.


Όταν έγινε η πλήρη αποκάλυψη της The Dead θεματολογίας με το Awake, οργάνωσα εξόρμηση να αντικρύσω από κοντά το συγκεκριμένο οίκημα στην οδό 15 Usher's Island και το άλμπουμ να παίζει στο mp3 player. Δυστυχώς το οίκημα δεν είναι ανοικτό προς το κοινό, παρά μόνο συγκεκριμένες culture days που υπάρχει κάποιο event σχετικό με τον μερακλή συγγραφέα Joyce.


Μ ‘αυτά και μ ‘αυτά ανέβηκε μερικές σκάλες παραπάνω η αξία του συγκεκριμένου άλμπουμ που ήταν ήδη πολύ ψηλά. Το Awake είναι ένα ακόμη ντριμθιατερικό διαμάντι, στολισμένο με φοβερή μουσική, πολύπλοκη, πολυεπίπεδη και γεμάτη φαντασία. Ομοιάζει με τα βιβλία του James Joyce, δεν είναι εύκολα στην ανάγνωση, απαιτούν προσοχή, προσήλωση στο δημιούργημα αλλά ανταμείβουν τον αναγνώστη/ακροατή και με το παραπάνω. Όπως πρέπει να είναι κάθε είδους progressive μουσική. Είναι ένα περίπλοκο ταξίδι με πολυδιάστατους προορισμούς και κρύβει tokens αισθήσεων που ούτε οι ίδιοι οι Theater δεν επιδίωξαν να δημιουργήσουν, αλλά τα tokens βρήκαν τον δρόμο τους στο τελικό αποτέλεσμα.


Το καλύτερο line-up στην ιστορία της μπάντας, στην πιο δημιουργική τους φάση, τι άλλο θα μπορούσαν να βγάλουν πέρα από μία δισκάρα. Επίσης, κλείνει και με το έπος Space-Dye Vest, ένα κομμάτι μεγαλύτερο ακόμη κι από τους ίδιους τους Theater.

Saturday, November 13, 2021

Judas Priest - Painkiller (1990)







Ο καλύτερος heavy metal δίσκος όλων των εποχών? Εύκολα.


Δεν ξέρω τι πλανήτες συγχρονίστηκαν ή γαλαξίες έπαθαν κοκομπλόκο, οι Priest είπαν ότι θα γράψουν ότι καλύτερο έχει ακουστεί στο μεταλλικό σύμπαν κι απλά το έπραξαν. Η καλύτερη metal φωνή, το καμάρι της LTBQ κοινότητας (ομοφοβικοί πάρτε τα αρχίδια μου, ο Halford σας κατουράει), το απόλυτο κιθαριστικό δίδυμο (Κ.Κ/Tipton θα λέτε και θα κλαίτε), ο πιο γλυκούλης μπασίστας (όλοι θέλουμε τον Ian Hill για θείο) κι ο Scott Travis o ντράμερ που έπαιξε το απόλυτο drum intro (βλέπε Painkiller).


Εννιά ισάξια τραγούδια (κι ένα instrumental που τιμάει τους Manowar) επαναπροσδιόρισαν το heavy metal κι έθεσαν τις απόλυτες τιμές της μεταλλικής γαματοσύνης. 


Το εναρκτήριο απόλυτο hit, είναι το πιο αδύναμο κομμάτι του δίσκου (για τέτοιο επικό μεγαλείο μιλάμε). Όταν ακολουθεί το Hell Patrol, ένα συγκινητικό έπος που οι στίχοι του βάφτισαν πόσες μετέπειτα μπάντες.


All Guns Blazing, Leather Rebel και Metal Meltdown, μουσικό ολοκαύτωμα, πως γίνεται να γράφεις τέτοιες κομματάρες ύστερα από τόσους επιτυχημένους δίσκους; Οι άλλοι (όλοι οι υπόλοιποι) γιατί δεν μπορούν;


Night Crawler, δεν ξέρω αν το έγραψαν για το συμπαθή Γερμανό μέλος των X-Men (προφανώς όχι, αλλά θέλω να έχω τις νερντουλίστικες φαντασιώσεις μου), ο καράφλας δίνει μαθήματα φωνής, πως να αποκτήσουν ζωή οι στίχοι μέσα από μυθική ερμηνεία. Συνέχεια με το Between the Hammer and the Anvil που είναι το heavy metal το ίδιο. 


A Touch of Evil, ένα κομμάτι που χτίζει ατμόσφαιρα και στρώνει χαρακτήρα στους ακροατές για να φθάσει στο αποκορύφωμα "You're possessing me" και να ανατριχιάσουν οι γαλαξίες που λέγαμε παραπάνω.


Το One Shot at Glory είναι το τέλειο κλείσιμο, αισιόδοξο κι καταπραϋντικό για όλο τον metal ορυμαγδό που βίωσε ο ακροατής με το Painkiller.

Friday, November 12, 2021

Nevermore - The Obsidian Conspiracy (2010)


 Ένα υπέροχο ταξίδι κλείνει πάντα με ένα όμορφο τέλος. To Obsidian Conspiracy είναι ιδανικό άλμπουμ για να κλείσει το τεράστιο metal κεφάλαιο των Nevermore. Σκοτεινό, αργόσυρτο εκεί που πρέπει κι απόλυτα heavy. 


Κι ας κράζουν οι ντεμέκ φανς, έτσι αποφάσισε ο Warrel Dane να το κλείσει το μαγαζί, ποιος μπορεί να πει το αντίθετο απέναντι σε αυτόν την αδικοχαμένη μουσική ιδιοφυία.

Monday, November 8, 2021

Helloween - Chameleon (1993)

 

Χωρίς Kai Hansen δουλειά δεν γίνεται. Και με τη λέξη "δουλειά" εννοώ power metal δίσκος. Το Chameleon είναι η καλύτερη απόδειξη. Τραγικός δίσκος που φέρει το βαρύτιμο logo με την κολοκύθα (α πα πα πα) και τραγουδάει η μεγαλύτερη υψίφωνη power metal φωνή της Γης (o Midnight δεν μπαίνει σε σύγκριση με τον Kiske γιατί είναι από άλλο πλανήτη).


Ακόμη κι από το εξώφυλλο τα πράγματα πηγαίνουν λάθος. Τι μαλακία εξώφυλλο είναι τούτο; Πολιτικό κόμμα που θα κατέβει στις εκλογές θυμίζει. Πολιτική Άνοιξη, πασοκατζήδες, κουκουετζήδες και δεξιοί φασίστες, όλοι μαζί κάτω από τη σημαία του Χαμαιλέοντα. Και το art credit πάει στον Michael Kiske, wtf εις τον κύβο.


Προσπερνώ το εξώφυλλο, γιατί δεν μπορώ να κάνω κι αλλιώς και πάω στην ουσία που είναι η μουσική. Δώδεκα κομμάτια το ένα χειρότερο από το άλλο. Ταπεινές εξαιρέσεις το First Time (νταξ, ακούγεται), το When the Sinner (πάλι ο Kiske σώζει το ματς) και το Windmill. Ειδικά για το Windmill κι όλη την παραφιλολογία που εξελίχθηκε γύρω από αυτό, σαν μία good feeling power μπαλάντα είναι και γαμώ. Λίγο cheesy αλλά ας βάλουμε λίγη φέτα στη ζωή μας. Ο τίτλος κι οι στίχοι είναι που το φέρνουν στα όρια του γελοίου. Ποιος ανεμόμυλος και μαγκανοπήγαδο. Και συνέχισε να γυρίζεις ανεμόμυλε γιατί μου δείχνεις το δρόμο κι άλλα τέτοια (δεν τα λέω εγώ, οι στίχοι του Weikath). Με διαφορετικούς στίχους από τον καράφλα, το κομμάτι θα ήταν κλασσικό Helloween. Κι έτσι είναι Helloween classic, αλλά για τους λάθος λόγους.


Από εκεί και πέρα, ύπνος, χασμουρίλα, βαριεστημάρα, έμπνευση μηδέν. Τρανό παράδειγμα το Revolution Now. Οκτώ λεπτά κομμάτι, ένα σπαστικό ριφ να ταλανίζει τα μυαλά των ακροατών και να μην γίνεται τίποτε με μουσικό ενδιαφέρον. Ι Believe, εννιά λεπτά κομμάτι που δεν παλεύεται κι αναρωτιέσαι αν το I Believe αναφέρεται στην έκφραση "δεν μπορώ να πιστέψω πως οι Helloween έβγαλαν τέτοιο πράγμα".


Σκέτη απογοήτευση το Chameleon, αλλά με βαριά ιστορική σημασία στη δισκογραφία της μπάντας με τα όσα προηγήθηκαν κι ακολούθησαν.

Thursday, November 4, 2021

Arjen Anthony Lucassen's - Lost in the New Real (2012)


 Ο πατέρας μου μεγάλωσε με το νέο ρεύμα του Ελληνικού τραγουδιού, τις μπουάτ και την καλλιτεχνική αναγέννηση της μεταπολεμικής Ελλάδας. Ήταν τεράστιος οπαδός του Διονύση Σαββόπουλου, ακολούθησε την πορεία του από την αρχή, πήγαινε στις πρώτες του συναυλίες που γινόταν σε κάτι άκυρες πλατείες με 20-30 άτομα και τον Σαββόπουλο με την κιθάρα του να δώσει την δική του εκδοχή για το πρώιμο Ελληνικό προγκρέσιβ ροκ. Ο Σαββόπουλος για τον μπαμπά μου ήταν σαν ένας καλλιτεχνικός πατέρας, ένας πνευματικός μέντορας που μέσα από την μουσική του, του άνοιγε ορίζοντες για τη ζωή του.


Ο δικός μου Διονύσης Σαββόπουλος, αναμφισβήτητα είναι ο Arjen Lucassen, ο Ολλανδός μουσικοσυνθέτης που άνοιξε τους δικούς μου ορίζοντες, συμπαραστάτης μου σε πολλές στιγμές της ζωής μου, ένας αθέατος σύντροφος που η μουσική του αγκάλιαζε το είναι μου.


Ο προσωπικός του δίσκος, το Lost in the New Real, έχει τόσο σημειολογικό status που πέρα από το προσωπική κατάθεση του Arjen αγγίζει τις ψυχές των ανθρώπων που έχουν βάλει τη μουσική τους σε ένα ανώτερο επίπεδο από αυτό της ψυχαγωγίας. Μία ακόμη sci-fi ιστορία με πολλαπλές αλληγορίες, space progressive rock στα καλύτερά του, δίχως τους πολλαπλούς χαρακτήρες/φωνές που παίζουν μπάλα στους Ayreon, δίχως τις metal δημιουργίες των Star One/Guit Machine, ο Arjen στην πιο pure εκδοχή του.


Αναπάντεχα αριστουργηματικό άλμπουμ, κανείς δεν θα περίμενε πως ένας συνθέτης με πόσα project που γράφει όλη τη μουσική/στίχους κι έχει ξεσκιστεί στην ποιότητα θα έχει εναπομένουσα έμπνευση για κάτι τόσο προσωπικό. Θα πήγαινε σε αναμασήματα, στην εύκολη λύση εκμετάλλευσης του εμπορικού ονόματός που έχει χτίσει εδώ και πόσα χρόνια. Αντιθέτως, το Lost in the New Real στέκεται περήφανα δίπλα στο Human Equation και το Electric Castle, με ένα διπλό άλμπουμ, space rock έπη όπως το New Real, Pink Beatles in a Purple Zeppelin (πόσο γαμάει ο τίτλος), την Arjenική ροκιά E-Police ή το σεμινάριο στιχουργικής μυθοπλαστικής έμπνευσης Where the Pigs Fly. Στο δεύτερο άλμπουμ έχει χωρέσει τα υπόλοιπα κομμάτια που δεν έμπαιναν στον πρώτο CD (σαν έξτρα σκηνές της ιστορίας) και διασκευάρες σε Zeppelin, Floyd, Zappa, Parson και την σέχτα του μπλε στρειδιού.


Έχει φέρει και το replica ανδροειδές από το Blade Runner, Roy Batty (a.k.a Rutger Hauer) σε ρόλο αφηγητή, γιατί όπως πάντα ο Arjen έχει να πει μία ιστορία.


Σε ένα παραλήρημα συγκίνησης στο παρελθόν, είχα ανταλλάξει κάποια μηνύματα με τον Arjen κι είχα την τιμή για μία σύντομη ψηφιακή συζήτηση (που έχει λίγο κριντζίλα αλλά με είχαν πιάσει οι ευαισθησίες μου).


My name is Heddigan, a Greek Engineer who is living in Dublin. Let me tell you a story.

== Hi Vasilios, sure.

Some years before, my best friends gave me a present for my birthday. It was the Limited Edition Box of Human Equation.

== Please thank your friends for me!

This beautiful album was my best companion in Stockholm during my Master Degree studies, I was singing the Loser tune, while I was riding through the forests in Karlsruhe, on my way to the work, I was dancing with my girl on the top of the Irish hills in Killarney, listening the Love tune...

== Wow... I'm honored...glad I've been able to do that for you. And your 

girl of course :-)

A big thank for Ayreon, for Star One, for your solo albums, for all the projects you have been involved, carry on my friend, music has no end, like the universe.

== Thanks for your inspiring words, thanks for letting me know!

Wednesday, November 3, 2021

Angra - Rebirth (2001)


 "Χάκο, είσαι πολύ για τον πούτσο", είπα στον Περβανίδη ένα βράδυ Σαββάτου, έξω από την τουαλέτα του Τέξας. Αυτός έβγαινε από το μέρος, εγώ περίμενα να μπω στο μέρος, μεθυσμένος περισσότερο από αυτό που αντέχω (με την πρώτη μπύρα είμαι ήδη γκολ) και το Nova Era να παίζει στα ηχεία του μαγαζιού. Από την κατανάλωση αλκοόλ μετά βίας μπορούσα να σταθώ όρθιος, δεν είχα πλήρη αντίληψη των πραγμάτων, ήταν κι η φωνή του Edu Falaschi να τραγουδάει για την ανάσταση των αγγέλων στην Nova εποχή, ήρθε η κακιά στιγμή. Ο λόγος που της μπούρδας που πέταξα στον συμπαθέστατο Χάκο (πραγματικά τι hate έχει φάει αυτός ο άνθρωπος χωρίς λόγο), ήταν η εμμονή μου με το πρώιμο forum του rocking όπου ο Περβανίδης άκουγε τα σωριανά του, από το πρωί μέχρι το βράδυ, με την έκφραση που χρησιμοποίησα να κυριαρχεί. Κοινώς, είπα την πρώτη μπούρδα που ήρθε στο μεθυσμένο μυαλό μου, μία άκυρη στιγμή που το σώμα μου έλεγε "η φούσκα έχει γεμίσει", με μουσική υπόκρουση Angra.


Από τον Χάκο δεν υπήρχε αντίδραση (εκτός κι αν έφαγα ξύλο και δεν το θυμάμαι), είτε γιατί δεν με άκουσε καθαρά, είτε γιατί δεν τον ενδιέφερε, δεν έχω ιδέα. Ευτυχώς κιόλας γιατί ήταν (ακόμη είναι) ολόκληρος γομάρις κι εγώ ίσα που στεκόμουν όρθιος. Ντέφι, ξεντέφι, μου έχει αποτυπωθεί η όλη σκηνή στη μνήμη και νομίζω η σύνδεση με το συγκεκριμένο κομμάτι είναι καταλύτης.


Το παράδοξο είναι πως το ατυχές παραπάνω γεγονός είναι ότι με συνδέει περισσότερο με το Rebirth. Γιατί το άλμπουμ, δεν μου αρέσει. Θα έπρεπε να μου αρέσει, γενικώς γουστάρω το ψαγμένο power/prog των Angra, αλλά το Rebirth μου βγάζει μία αδιαφορία κι αδυναμία να δεθώ μαζί του. Κι έχει πάρει (και παίρνει) αρκετές ακροάσεις. Δεν νομίζω πως η μετάβαση της φωνής, Matos σε Falaschi να έπαιξε κάποιο ρόλο, φωνάρες κι οι δύο. Παρα-είναι "φωτεινό", δεν έχει τον αινιγματικό χαρακτήρα που αγάπησα στο Fireworks ή την αμεσότητα των πρώτων άλμπουμ, δεν μπορώ να εντοπίσω που οφείλεται η μη έλξη.


Αντικειμενικά περιέχει καλή μουσική, Nova Era, Millennium Sun, Heroes of Sand, είναι δυνατές συνθέσεις αλλά και τα υπόλοιπα κομμάτια του άλμπουμ έχουν απήχηση στους φαν του συγκροτήματος. Ίσως η παραγωγή του Dennis Ward δεν βγάζει το αποτέλεσμα που έδινε ο Sascha Paeth (respect στον γίγαντα), ελπίζω κάποια στιγμή να αλλάξω γνώμη γιατί οι Angra είναι δύναμη.


Μέχρι τότε θα θυμάμαι το περιστατικό και Χάκο, αν ποτέ διαβάσεις το ταπεινό μου blog, sorry ρε ψηλέ, τύφλα ήμουν.

Monday, November 1, 2021

Savatage - Poets and Madmen (2001)


 Στα τέλη των 90s η διάλυση των αγαπημένων Savatage ήταν πιο κοντά από ποτέ κι η νεανική μου ψυχή δεν μπορούσε να το αντέξει. Δεν ήμουν συμβιβασμένος με την έννοια της απώλειας. Το ότι είχαν προσφέρει πόσες δισκάρες δεν είχε καμία σημασία, οι ήρωες που δημιουργούνται στο μυαλό ενός νέου φαντάζουν αθάνατοι, μέχρι να έρθει ο Highlander να τους πάρει το κεφάλι.


Το κεφάλι των Savatage έπεσε από τους ίδιους, λίγο οι TSO με τα κάλαντα, κάτι η πρεμούρα των μελών να πάει ο καθένας να φτιάξει δική του μπάντα και να πουλάει το 1/10 από αυτά που έβγαζαν με τους Savatage, υπήρχε θέμα γενικότερα. Η μπάντα όμως δεν θα μπορούσε να κλείσει το μαγαζί έτσι, χωρίς ακόμη μία δισκάρα. Γιατί δισκάρα είναι το Poets and Madmen. Μπορεί να μην είναι Gutter Ballet ή Streets αλλά έχει μπόλικη μουσική που αξίζει να παίξει και να ακουστεί.


Το άλμπουμ είναι concept (έλα ρε, οι Savatage concept άλμπουμ!), με κάτι βλαμμένους που το σκάνε από το Δαφνί και βρίσκουν έναν φωτογράφο που τραβάει φώτος από παιδάκια της Αφρικής. Η συγκεκριμένη ιστορία ποτέ δεν με τράβηξε, έχουν γράψει και καλύτερες. Αλλά η μουσική και τα κομμάτια βγάζουν 80s αισθητική, παίζει ρόλο κι ότι ο Bουνός επέστρεψε πίσω από το μικρόφωνο κι οι κιθάρες του Κάφρου με τον Πιτερέλι έχουν το απαιτούμενο aggression που ορίζει τη Savatage μουσική.


Στα Stay with Me Awhile, I Seek Power και Man in the Mirror συναντώ όλα εκείνα τα στοιχεία που με έκαναν να αγαπήσω αυτή τη μπάντα στις μεγάλες τους στιγμές. Δεν είναι κομμάτια που θα έμπαιναν σε best of, αλλά μουσική αντάξια στο όνομα τους για το κύκνειο (είναι όντως?) άσμα τους. Κι υπάρχει και το Morphine Child, ένα 10λεπτο έπος, ένα all time classic που όταν το ακούω με πιάνουν τα δάκρυα που η μπάντα δεν συνέχισε ώστε να δώσει συνέχεια στο τεράστιο έργο τους.


Επανασύνδεση υπήρξε, για το live στο Wacken, ο Paul O'Neil πέθανε κι οφείλουν ένα ακόμη άλμπουμ, με όλο το line up, πριν πεθάνουν κι αυτοί από τίποτε καταχρήσεις που συνεχίζουν και στα εξήντα τους. Ένα άλμπουμ έπος και μία παγκόσμια περιοδεία. Το οφείλουν στους φαν, στον Paul, στον Criss, στους ίδιους τους εαυτούς τους. Το Poets and Madmen είναι καλό και τίμιο άλμπουμ αλλά παντελώς ακατάλληλο για να πεις αντίο σε μία τέτοια πορεία.

Friday, October 29, 2021

Dream Theater - Images and Words (1992)


 Η στρατιωτική μου θητεία ξεκίνησε στη Θήβα, στο Πυροβολικό. Ακολούθησαν οι Πεζοναύτες (και καλά Marine, έπαιζα πολύ Quake), αλλά και το κέντρο εκπαίδευσης είχε τις στιγμές του. Αξέχαστες είναι οι πρώτες ημέρες πριν ακόμη ξεκινήσουν οι ένοπλες υπηρεσίες που το στρατόπεδο θύμιζε πενταήμερη εκδρομή Λυκείου αρρένων. Συγκεκριμένα η πρώτη μου υπηρεσία την παρθενική νύχτα της θητείας, θαλαμοφύλακας (κοινώς στεκόμουν μπάστακας έξω από το θάλαμο με τους υπόλοιπους δεκαεννιά τεμπέληδες να ροχαλίζουν). Στο αχώνευτο 00:00-14:00 δεν είχα ιδέα πως θα περάσει η ώρα, μέχρι που στον απέναντι θάλαμο είδα τον συν-φάνταρο θαλαμοφύλακα να ρυθμίζει το mp3 του. Αμέσως έσπευσα να πιάσω κουβέντα με το παλικάρι μήπως και την παλέψουμε κι οι δύο.


Κλασσική ερώτηση ήταν τι ακούει κι ο πολύ ευγενικός φίλος έβαλε στην άκρη τα ηχεία του και πιάσαμε την πάρλα. Η απάντησή του ήταν η έναρξη μίας δυνατής συνομιλίας.

 

"Ακούω μία μπάντα, δεν θα τους ξέρεις, Between the Buried and Me" 


"Έλα ρε φίλε, είσαι μεταλλάς". 


Οι μεταλλάδες πάντα νοιώθουμε οικεία όταν βρισκόμαστε σε κοινό τόπο, υπάρχει αναγνώριση κι αλληλοεκτίμηση (μέχρι να αρχίσουν οι διαφωνίες και τα μπινελίκια). Σε κανένα άλλο είδος μουσικής δεν συμβαίνει αυτό. Ίσως στην Jazz, που οι τζαζάδες αναγνωρίζονται από τις περίεργες πίπες που καπνίζουν. Λογικό είναι, για τζαζ μιλάμε, πίπες ακούν πίπες θα καπνίζουν. Όπως και να έχει, η συζήτηση εξελίχθηκε με πολύ ενδιαφέρον, ο φίλος ήταν μουσικός σε μπάντα που ήταν στα γεννοφάσκια της και με το πολύ μπλα μπλά πιάσαμε το progressive metal και τους Dream Theater. 


Ως τότε Dream Theater, στην pro Metropolis εποχή, ήταν το Pull me Under. Πιασάρικο prog έπος, αλλά με τα υπόλοιπά δεν την πολύ-πάλευα. Εκείνη τη νύχτα, μέσα από τα λόγια του παλικαριού, ανακάλυψα τη μουσική ιδιοφυία Kevin Moore. Η χημεία που έβγαζε ο Moore με τους υπόλοιπους Theater, ποιες κρυμμένες μουσικές πτυχές μεγαλείου έκρυβαν τα Learning to Live, τα σόλο πλήκτρα από άλλο πλανήτη που έπαιζαν διάσπαρτα στο Images and Words και πόσο απόλυτα είχαν δέσει συνθετικά με το Under a Glass Moon, το Another Day και γιατί το Take the Time άνοιξε καινούργια σχολή στον προοδευτικό σκληρό ήχο.


Ο συνάδελφός φαντάρος αγαπούσε τους Theater μέσα από τον Kevin Moore, θεωρούσε πως ήταν μεγαλύτερο κεφάλαιο, πληκτράς/συνθέτης κι ο ίδιος, κατάλαβα γιατί ταυτιζόταν απόλυτα μαζί του κι η επιθυμία μου τότε ήταν με κάποιο τρόπο να βάλω το Images and Words να παίξει (έκανα υπομονή μέχρι την πρώτη μου άδεια).


Εντύπωση μου έκανε και το όνομα της μπάντας που έπαιζε ο φίλος, Mother of Millions, πιασάρικο όνομα για prog metal μπάντα που αργότερα την έμαθε όλος ο σωστός κόσμος. Το παλικάρι που έπιασα την κουβέντα εκείνη τη νύχτα κι υπήρξαμε φίλοι για όσο διάστημα έμεινα στη Θήβα, ήταν ο Μάκης ο Τσαμκόσογλου.


Μάκη έφυγες νωρίς. Καλό σου ταξίδι...

Wednesday, October 27, 2021

Immortal - Blizzard Beasts (1997)

 

To cd του περιοδικού Metal Hammer, The Monsters of Rockwave Festival, ήταν μεγάλη αποκάλυψη για μένα. Με έμπασε στους φοβερούς Exhumation, τους Nightfall τους είχα ήδη υπόψιν και γνώρισα τη μαγική φωνή του Abbath (Attennsss, it’s too hot here...). To επικό χειμωνιάτικο black metal των Immortal είχε μπει για τα καλά στη ζωή μου και σιγά σιγά τα άλμπουμ τους κοσμούσαν τη συλλογή μου. Η αρχή έγινε με το Blizzard Beasts, το μεγαλύτερο μουσικό tribute στον χειμώνα που έγινε ποτέ.


Το Blizzard Beasts είναι το πιο μεστό Immortal άλμπουμ κι ας μην είναι το καλύτερό τους (δεν μπαίνει ούτε στα προσωπικά μου top 3). Είναι όμως αυτό που χαρακτηρίζει απόλυτα το ποιοι είναι. Τρεις χιονάνθρωποι με corpsepaint που γράφουν μουσική για τη μάχη ενάντια στο φως, μία μάχη που την έχουν χάσει πριν ακόμη ξεκινήσει. Κι αυτό τους τσαντίζει απίστευτα, αλλά είναι οι Immortal, οπότε ακόμη κι ως αιώνια χαμένοι θα βγουν να τα πουν, θα δηλώσουν παρών στο μουσικό στερέωμα της black metal σκηνής.


Το άλμπουμ έχει διάρκεια λιγότερη της μισής ώρας και τα περισσότερα κομμάτια διαρκούν κάτω από τρία λεπτά (τι διάολο, πανκ νομίζαν ότι παίζουν). Τα Blizzard Beasts και Battlefields είναι aggressive φάση, όπως αρμόζει στο σωστό τίμιο black που δεν κρύβεται πίσω από majestic μπουρμπουλήθρες. Αλλά το έπος είναι το Mountains of Might. Κυρίως γιατί άνοιξε λειτούργησε ως gateway για την πιο επική εκδοχή της μπάντας κάτι που ακολούθησαν σε όλα τα μετέπειτα άλμπουμ τους (ακόμη κι όταν χώρισαν τα τσανάκια τους ο Demonaz με τον μπαρμπαθ). 


Το Blizzard Beasts περιέχει το ολοκληρωμένο μουσικό πρωτόλειο υλικό πάνω στο οποίο πάτησαν κι εξέλιξαν αργότερα γράφοντας τα αθάνατα έπη που ακολούθησαν κι αυτό από μόνο του δίνει ιδιαίτερη αξία σε αυτό το άλμπουμ. Από όποια σκοπιά κι αν το δει κανείς, είναι δυνατός δίσκος, μικρός το δέμας σε διάρκεια αλλά βγάζει πολλά μαύρα γούστα στην ακρόαση.

Monday, October 25, 2021

Ramones - Anthology (2001)


 Τα τρία πιο υπερτιμημένα πράγματα στη ζωή είναι οι κουραμπιέδες, οι γραβάτες κι οι Ramones.

Friday, October 22, 2021

Nevermore - Dreaming Neon Black (1999)


 Είναι ιδιαίτερη η αγάπη μου για ανάγνωση βιβλίων, περιοδικών, άρθρων και γενικότερα μετάδοση του γραπτού λόγου. Έχω διαβάσει άπειρα βιβλία και πάσης μορφής έντυπα στη ζωή μου, από την παιδική μου ηλικία που καταβρόχθιζα τους κλασσικούς συγγραφείς, στην εφηβεία που ακροβατούσα μεταξύ φανταστικής λογοτεχνίας, ποίησης και φιλοσοφικών κειμένων (έψαχνα να βρω το νόημα κι έτσι...). Σε όλες τις φάσεις της ζωής μου συνέχιζα να λαμβάνω τον γραπτό λόγο ανθρώπων που αποφάσισαν να αποτυπώσουν στο χαρτί τις σκέψεις τους, την έμπνευσή τους, οτιδήποτε είχαν στο ταραγμένο μυαλό τους. Πλέον, έχοντας κατασταλάξει στις βασικές μου αρχές ζωής, απολαμβάνω το κάθε τι αφού θα το φιλτράρω από ένα δεδομένο πρίσμα. Είτε θα διαβάσω Κορνήλιο Καστοριάδη, είτε τη νουβέλα του Harrisson Harry "Μπιλ ο Ήρωας του Γαλαξία", θα απολαύσω την ανάγνωση και θα λάβω πνευματική τροφή (όχι ίδιας ποιότητας προφανώς) κι από τις δύο αναγνώσεις.


Κι εδώ κολλάει το Dreaming Neon Black. To concept αριστούργημα που εξιστορεί την ψυχική διάλυση ενός ανθρώπου που έχασε την αγαπημένη του. Είναι κατά κύριο λόγο ένα λογοτεχνικό αριστούργημα που τυχαίνει να έχει γαρνιριστεί με μπομπάτη γαμηστερή metal μουσική. Κάθε φορά που παίζει το άλμπουμ, παίρνω ατόφια τροφή για το πνεύμα που δεν παχαίνει αλλά ομορφαίνει (τη ζωή γενικότερα). Κι όσο μεγαλώνω κι ανακαλύπτω πόσο ωραία μπορεί να δέσει η μουσική με τον στίχο και την ερμηνεία, τόσο πιο πολύ εκτιμώ κι απολαμβάνω το τρίτο πόνημα των Nevermore.


Έχουμε λοιπόν τον τύπο που έχασε την κοπέλα του (αυτοκτόνησε η λεγάμενη) και σιγά σιγά βυθίζεται στην ζουρλαμάρα. Πιο νέος άκουγα απλά τη μουσική του άλμπουμ και γούσταρα, αλλά πλέον αντιλαμβάνομαι την απόδοση της παράνοιας που εντέχνως έχουν μουσικά ντύσει σε κάθε τραγούδι. Για παράδειγμα, όταν ξεκινάει να βαράει η κομματάρα The Death of Passion κι ακούω την απόκοσμη φωνή του Dane, "I feel so hollow", αυτόματα (συμ)βιώνω το κενό του μουρλού ήρωα. Νοιώθω κι εγώ άδειος, meaningless, του πεταματού. Μπαίνω σε σκέψεις, αναλύω τους συσχετισμούς μου με τα αγαπημένα μου πρόσωπα, επαναπροσδιορίζομαι. Κι όλα αυτά μέσα σε τέσσερα λεπτά, ενώ με τον Καστοριάδη θα ήθελα μία 3-4 ημέρες, με τον Μπιλ 3-4 ζωές.


Όλο το άλμπουμ έχει γραφτεί με αυτόν τον άξονα, της βιωματικής εμπάθειας (με την πραγματική έννοια της λέξης, όχι τις μπούρδες του Μπαμπινιώτη) και του ψυχικού αυτοπροσδιορισμού. Για φιλοσοφικό δοκίμιο το πήγαιναν, metal δισκάρα τους βγήκε. 


Κλασσικό Nevermore άλμπουμ πήχτρα στην υπεργαμάτη μουσική, με κύριους άξονες το Deconstruction (παράνοια λέμε), το Poison Godmachine, το The Death of Passion και το Dreaming Neon Black.


Και μέσα σε όλη αυτή την σχιζοφρένεια, καταφέρνουν και δίνουν μία νότα αισιοδοξίας στον αιώνια ηττημένο άνθρωπο.


You are forever in my heart you never died, You are forever I still wonder where you are, I know you're dreaming, I know you're at peace, I'll meet you in the dreamtime, Whenever you call me I'll go under, I'll swim through you

Wednesday, October 20, 2021

Mind Assassin - The Pay Off (2015)

 

Είναι αρχή μου να στηρίζω διαφορετικά καταστήματα κι όχι μονίμως να ψάχνω την πιο φθηνή προσφορά, ώστε να διατηρείται ο εμπορικός πλουραλισμός και να καταπολεμάτε το μονοπώλιο. Θυμάμαι τις εποχές που αγοράζαμε blank CDs με τις οκάδες ώστε να γράψουμε τα ατελείωτα GBs από mp3 που κατεβάζαμε μανιωδώς. Η Κασετεμπορική στην Αιόλου ήταν ο μόνιμος προμηθευτής όλων των φίλων μου για CD-Rs, DVD-Rs, δισκέτες, zip drives, πλαστικές θήκες και συναφή προϊόντα. Εγώ ο σπασίκλας πήγαινα και ψώνιζα από τον ευγενικό κυριούλη που είχε το κατάστημα δίπλα, ήταν ένα κλικ πιο ακριβός από τις χοντρέλες της Κασετεμπορικής, αλλά γούσταρα ευγένεια, αρχοντικό στυλ και στήριξη του ανταγωνισμού.


Παρόμοια στάση κρατώ και στα διαδικτυακά και φυσικά δισκάδικα. Είναι δεδομένο ότι στις ιστοσελίδες της Nuclear Blast ή της Metal Blade βρίσκω τις mainstream κυκλοφορίες στις καλύτερες τιμές, αλλά πάντα θα κάνω γύρα και θα ψωνίσω κι από Steel Gallery, Alone Records, No Remorse, Sonic Age (ενδεικτικά αναφέρω κάποιες Ελληνικές επιχειρήσεις), τα bandcamps ή άλλες μικρές δισκογραφικές. Καλές οι πολυεθνικές που θα μου δίνουν 1-2 ευρώ την τιμή πιο κάτω, αλλά πάντα θα στηρίξω τα παλικάρια που μπαλάντζαρουν την επιχείρηση με την αγάπη τους για το συγκεκριμένο μουσικό ιδίωμα.


Εκεί λοιπόν στην Alone Records, πήρε το μάτι μου ένα διπλό επτάϊντσο σε gatefold συσκευασία. Και γαμώ τις φάσεις σκέφτηκα, το βρήκα ιδιαίτερα ενδιαφέρον μιας κι είμαι τύπος που εκτιμώ τον πλουραλισμό στο φυσικό φορμάτ. 


Mind Assassin, δεν είχα ιδέα ποιοι είναι. Τους έψαξα κι είδα πως φωνή είναι ο Bob Mitchell, γνωστός heavy τραγουδιάρης, οπότε η underground ποιότητα είναι δεδομένη. Το τσίμπησα επιτόπου, limited edition σε 350 κόπιες, τίμιο EP με τέσσερα κομμάτια αγνού ανόθευτου heavy metal. Το Anger Rising είναι τεράστιος ύμνος, τίμιο heavy metal, γραμμένο από οπαδούς της μουσικής. Είναι από τα κομμάτια που απαντούν στην ερώτηση "έχεις φθάσει σχεδόν σαράντα κι ακόμη ακούς αυτή τη μουσικη;".

Monday, October 18, 2021

Megadeth - DVDs

 

Behind the Music (2001)

Rude Awakening (2002)

Arsenal of Megadeth (2006)


Στην Ιρλανδία έχουμε τα CEX-shops τα οποία δεν πωλούν υλικό για αυνάνες αλλά second hand box sets, Blu Rays/DVDs, video games και πάσης φύσεως gaming hardware. Εκεί μπορεί να βρει κανείς πολλά διαμάντια σε εξευτελιστικές τιμές. Τα τρία Megadeth DVDs τα βρήκα στα 1.5 ευρώ (συνολικά), οπότε δεν μπορούσα να αντισταθώ.


Μουσικά video clips, ολόκληρο live, backstage, χρονολόγιο, συνεντεύξεις, μπόλικο πράγμα, αλλά... κακή ποιότητα, χείριστη σκηνοθεσία, άθλιο μοντάζ, φτωχή κινηματογραφική αποτύπωση. Άξιζαν τα χρήματά που έδωσα; 


Μάλλον ναι αλλά κρατάω και κάποιες αμφιβολίες…

Friday, October 15, 2021

Unisonic - Unisonic (2012)/Ignition (2012)


 Η επιστροφή του Kiske στη θέση βασικού τραγουδιστή metal μπάντας ήταν αναμενόμενη. Ύστερα από τριάντα τόνους guestιλίκια σε κάθε πιθανή κι απίθανη powerιά, το πράγμα είχε ψηθεί ώστε ο καράφλας να αναλάβει το μικρόφωνο δίπλα στον κοντούλη πατέρα του ιδιώματος. Κι εγένετο οι Unisonic, μία πραγματική μίξη της τεράστιας Helloween οικογένειας, το happy happy (αλλά σκοτεινό όποτε πρέπει) Γερμανικό power metal που όλοι αγαπάμε.


Η όλη φάση έγινε στις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του αιώνα και νομίζω πως άργησε κάπως κι έχασαν το σωστό timing. Αν αυτό είχε συμβεί δέκα χρόνια πιο νωρίς που το europower metal ζούσε ακόμη τις δόξες του, θα είχε γίνει πανικός. Όπως πανικός έγινε το 2001 με τη συμμετοχή του Kiske (ως Ernie - τι ακυρίλα όνομα ήταν πάλι κι εκείνο) στο Avantasia άλμπουμ. Οι powerάδες χέζαμε τα βρακιά μας από χαρά και πώρωση τότε. Δέκα χρόνια αργότερα με το Unisonic νομίζω πως τα βρακιά έμειναν καθαρά (πέρα από το προβλεπόμενο κίτρινο μπροστά/καφέ πίσω). Δεν ταρακουνήθηκε το σύμπαν, το power είχε ασθενήσει, ήταν στην εντατική διασωληνομένο.


Κι ήταν τραγική αδικία (με την έννοια της αρχαίας ελληνικής γραμματείας) η φάση, γιατί το Unisonic είναι εξαιρετικό άλμπουμ, γεγονός μη αναμενόμενο. Γιατί μπορεί να ενώθηκε μία πεντάδα από παιχταράδες (Hansen point guard, Ζαφειρίου στη θέση δύο, τριάρι ο Meyer, power forward o Dennis Ward και ψηλός ο Kiske στο πεντάρι), αλλά πρέπει κάποιος να γράψει και σωστή μουσική. Το "μη αναμενόμενο" είχε να κάνει με το ότι ο κοντός είχε ξεκωλωθεί να γράψει ότι power τραγούδι έχει κυκλοφορήσει στη Γη και σε άλλα σαράντα παράλληλα σύμπαντα. Η συνθετική συνεισφορά στο ιδίωμα είχε φθάσει σε δυσθεώρητα επίπεδα, ούτε ο Φοίβος τέτοιο πράγμα. Οπότε, τι άλλη καινούργια ιδέα θα μπορούσε να βγάλει από την ατελείωτη έμπνευση. Και με δεδομένο πως οι Gamma Ray είχαν πάρει μία κατρακύλα με το ψιλοαπαράδεκτο To the Metal! Η εύκολη λύση είναι "έχω τον Kiske οπότε όλα ok, θα γράψουμε δέκα τυπικές συνθέσεις που έχω πρόχειρες στο κάτω συρτάρι, θα ενθουσιαστεί ο κόσμος από το comeback, θα πουλήσει ο δίσκος σαν ζεστή ζαμπονοτυρόπιτα από φούρνο της Νίκαιας".


Κι όμως ο κοντός ντρίμπλαρε το σύμπαν με μπασιματάρα που θύμισε Λευτέρη Κακιούση στην εποχή που ο Ηρακλής σάρωνε στο Κύπελλο Ευρώπης. Το Unisonic είναι τίμιο power metal άλμπουμ, χωρίς ξεδιάντροπα πισωγυρίσματα φάση "έλα να επιστρέψουμε στην εποχή των Keepers", με σύγχρονους ύμνους σαν το My Sanctuary, το Never Too Late, το Star Rider (ύμνος) και το Renegade. Προφανώς η φωνή του καράφλα είναι πυρηνικό όπλο, αλλά αν του γράψω εγώ τραγούδι να ερμηνεύσει δεν θα περάσει ούτε οντισιόν στο X-Factor (θα τον κόψει ο Μουρατίδης όπως έκανε με τον Φίαρ οφ δε νταρκ των άρον μέιντεν). Η μπάντα κυκλοφόρησε φανταστικό άλμπουμ, διαμάντι για ένα είδος που είχε χάσει τα μεγαλεία του παρελθόντος. Θα μπορούσε να είναι το νέο Avantasia της νέας δεκαετίας, αλλά το timing (όπως προανάφερα) ήταν λάθος.


Μοναδικό κομμάτι που ξεφεύγει από την παραπάνω περιγραφή είναι το ομώνυμο, το Unisonic. Αυτό γράφτηκε επιτηδευμένα για παρελθοντικό πισωγύρισμα φάση "παιδάκια, Kiske is back και τραγουδάει παλιούς Helloween". Εύκολα το χειρότερο κομμάτι του δίσκου, κυρίως λόγο ότι έχουμε φθάσει και σε μία ηλικία και δεν τρώμε πλέον τέτοιες παπάτζες. Η μουσική αξία του κομματιού δεν είναι χάλια, αλλά με χαλάει όταν η σκοπιμότητα υπερισχύει της έμπνευσης.


Το πρόσημο της κυκλοφορίας είναι κάτι παραπάνω από θετικό, μπράβο στους κολοκυθάδες που συνεχίζουν να ταράσουν τις μουσικές μας επιλογές και για να τους τιμήσω τσίμπησα και το Ignition EP το οποίο περιέχει (τι άλλο) Helloween διασκευή (ποιος θα το περίμενε).