Wednesday, February 24, 2021

Rage - The Missing Link (1993)

 




Ηλιόλουστο Κυριακάτικο μεσημέρι, κι το κόβω ποδαράτο από το σπίτι μου στο Κερατσίνι προς Νίκαια να δω το ματς Προοδευτική-Καλαμάτα, Β Εθνική τότε. Είχα μαζί μου το CD player-walkman που είχα πάρει από τον Κωτσόβολο (ποιος ανοίγει αλυσίδα καταστημάτων με τέτοιο brand name) που το είχα πληρώσει χρυσό για το αντικραδασμικό σύστημα. Ντάλα μεσημέρι, περίπατος στις όμορφες γειτονιές της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά, τι άλλο θα βάλω να παίζει, Rage και Missing Link.


Για πολλούς ο καλύτερος Rage δίσκος, για μένα ένας από τα πολλά χρυσά δεκάρια που έχουν στο παλμαρέ τους. Φοβερός συνδυασμός να περπατάω την Λαοδικίας και να χάνομαι στα στενάκια του Κορυδαλλού, να βλέπω τους απλούς ανθρώπους του μόχθου να απολαμβάνουν την ημέρα ξεκούρασης τους στις περιοχές που η έννοια της γειτονίας επιβίωσε στο βούρκο του καταναλωτισμού και της αποξένωσης. Στα προσωπικά μου ηχεία να παίζουν οι ύμνοι Firestorm, Nevermore, Refuge, το αγαπημένο Pit and the Pendulum και το κλασσικό Missing Link. Μακάρι να είχα κανονικά ηχεία (σαν γύφτος με Datsun, καρπούζια ο γλύκας) να μοιραστώ το μεγαλείο του Missing Link με τους ανθρώπους του μόχθου και να ενωθούμε όλοι μαζί σε ένα headbanging bonding με υπόκρουση το Raw Caress. Και μετά πορεία για τη Χρυσοστόμου Σμύρνης να χαρούμε την ομαδάρα μας.


Φτάνω στο γήπεδο και πάω να μπω στη θύρα με το διαρκείας μου. Συνήθως πήγαινα στη No Gate, να κάνουμε χουλιαμά με βυσσινί αδέρφια, αλλά εκείνη την ημέρα ήθελα να προσέξω κάποιους νέους παίχτες που θα έπαιρναν συμμετοχή, από τον Ερμή Κορυδαλλού, οπότε πήγα να μπω από τη Σινώπης (εκείνες τις εποχές ήταν ψιλομπουρδέλο η φάση, εισιτήριο να είχες έμπαινες όπου ήθελες).


Πάω να περάσω τον τυπικό έλεγχο των μπάτσων, δεν είχα σταματήσει τη μουσική - έπαιζε το Certain Days (δεν σταματάς τέτοιο κομμάτι για μαλακίες), βλέπω έναν αξιωματικό που είχε ξεμείνει από τη χούντα να μου κάνει νόημα να βγάλω τα ακουστικά. Κι αρχίζει η παπαρολογία "τι είναι αυτό, CD player;", "παίρνει μπαταρίες;” “για να τις πετάξεις στο διαιτητή;", "δεν φέρνουν τέτοια πράγματα στο γήπεδο". Ήθελα να είμαι ευγενικός και τους εξήγησα πως δεν κουβαλώ κάποιο όπλο μαζί μου και πως οι μπαταρίες είναι επαναφορτιζόμενες (πανάκριβες για εκείνη την εποχή) και πως θα ήμουν πολύ ηλίθιος να φέρω ακριβές μπαταρίες για να τις φάει στο κεφάλι το κοράκι. Ευτυχώς που δεν πήρε χαμπάρι πως έχω και CD μέσα στο player να θέλει να το κατασχέσει κι αυτό μήπως το χρησιμοποιήσω σαν τον Oddjob. Με τα πολλά, επικοινώνησε με κάποιον (δεν έχω ιδέα με ποιον) και με άφησε να μπω με το player και τις μπαταρίες.


Το ματς ήταν ψιλοσούπα, ισοπαλία αν θυμάμαι καλά, αναβρασμός στις εξέδρες για την κόντρα των οπαδών με τον τότε πρόεδρο Γιάννη Καρρά που είχε ξεσκιστεί να στήνει τα παιχνίδια του Β' Γύρου. Όταν τελείωσε ο αγώνας φεύγω από τους πρώτους, ενώ στο γήπεδο είχαν ανάψει τα αίματα ανάμεσα στα πληρωμένα τσιράκια του Καρρά και τη No Gate, κατηφορίζω την Λαμπράκη για να συναντηθώ με κάποιους φίλους στα Village να πάμε καφετέρεια στο Πασαλιμάνι να δούμε τον Ολυμπιακό που έπαιζε εκείνο το βράδυ.


Την ίδια ώρα είχε τελειώσει και το ματς της Χαλκηδόνας που τότε έπαιζε Α Εθνική (τι έχει περάσει από την έρημη κατηγορία) και βλέπω καμιά δωδεκαριά μηχανάκια σταματημένα στα φανάρια. Χαμηλώνω τη μουσική και τους ακούω να φωνάζουν το γνωστό "... κότες...Κορυδαλιώτες". Πήγαινα χαλαρός, αν και δεν υπήρχαν άλλοι συνοπαδοί γύρω μου, είχα βάλει το κασκόλ στην εσωτερική τσέπη του ντένιμ τζάκετ μου (έτσι νόμιζα), οπότε όταν θα περνούσαν τα μηχανάκια από δίπλα μου θα έκανα τον κινέζο.


Ανέβασα τη ένταση της μουσικής και το Who Dares με έκανε να νοιώθω πιο δυνατός. Έλα όμως που τα μηχανάκια δεν με προσπέρασαν αλλά άρχισαν να με πλευρίζουν και να με τραμπουκίζουν λεκτικά. Κλείνω την ένταση για να πάρω πρέφα τι γίνεται, αποφεύγω να διασταυρώσω βλέμματα μαζί τους (όταν δεν σε παίρνει δεν κάνεις μαγκιές) και κοιτάζω στα πόδια μου πως το μισό κασκόλ με τον περήφανο Φοίνικα να κρέμεται από την τσέπη του τζάκετ. Τη γάμησα, άραγε θα αναγεννηθώ από τις στάχτες μου μετά το ξύλο που θα φάω; Είχα περικυκλωθεί, έβγαλα τα ακουστικά κι ο εγκέφαλός μου όρισε να μπω σε mood “ready για βρωμόξυλο”. Έπαιξα μπουνιές με τρεις από δαύτους, όπου πρέπει να παραδεχτώ πως τα παλικάρια σεβαστήκαν την αναλογία. Μία έριχνα, τρεις έτρωγα. Είχα αποδεχτεί πως το ματς του Ολυμπιακού θα το έβλεπα από την τηλεόραση του νοσοκομείου, ενώ είχα στο νου μου μην μου σπάσουν/κλέψουν το CD player (αντικραδασμικό με ακριβές μπαταρίες). Και το τραγικό της υπόθεσης είναι πως όταν τις έτρωγα σκεφτόμουν "δεν έφαγα ξύλο από Ιωνικούς ή Πινέζες και θα με σαπίσουν οι ανύπαρκτοι της Χαλκηδόνας, ντροπή κι αίσχος".


Για καλή μου τύχη, Προοδευτικάνοι που είχαν φύγει κι αυτοί από το γήπεδο και πλησίαζαν κατά το μέρος μας, πήραν πρέφα τι παίζει κι άρχισαν να φωνάζουν επιταχύνοντας τον ρυθμό τους. Οι οπαδοί της Χαλκηδόνας τους είδαν κι αποφάσισαν πως είναι ώρα να την κάνουν. Μου πέταξαν μπουκαλάκια με νερό (τη δροσιά μου να έχουν) και έφυγαν καβάλα στα μηχανάκια.


Με πληγωμένο σώμα αλλά όχι πνεύμα, ήμουν έτοιμος να συνεχίσω την όμορφη εκείνη Κυριακή και να απολαύσω το έπος Lost in the Ice.

No comments:

Post a Comment